Οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος
ΑΦΙΕΡΩΜΑ - Κατανοώντας την Πολιτική Δασμών του Ντόναλντ Τραμπ
Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ,
Καθηγητή Διεθνούς Πολιτικής Οικονομίας στο European University Institute στην Ιταλία, πρώην Υπουργού
Όταν στις 2 Απριλίου ο νέος Αμερικανός Πρόεδρος παρουσίασε τους πίνακες με τους εξωφρενικούς «αμοιβαίους εμπορικούς δασμούς» των ΗΠΑ στις υπόλοιπες χώρες (κατά την περίφημη «Liberation Day»), οι οικονομολόγοι ανά την υφήλιο αρχικά προσπάθησαν να καταλάβουν τον πολύπλοκο μαθηματικό τύπο με τον οποίο είχαν υπολογιστεί οι δασμοί. Σύντομα έγινε κατανοητό ότι τα ποσοστά των δασμών δεν αντανακλούσαν το ύψος των δασμών και άλλων υποτιθέμενων εμποδίων στις αμερικανικές εισαγωγές σε ισχύ. Ήταν αντίθετα μία απλοϊκή συνάρτηση του ύψους του εμπορικού ισοζυγίου των ΗΠΑ με κάθε χώρα σε σχέση με τις αμερικανικές εισαγωγές: όσο μεγαλύτερο ήταν το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ με μία χώρα, τόσο υψηλότεροι οι νέοι εμπορικοί δασμοί που ανακοινώθηκαν. Η λογική αυτή έρχεται σε πλήρη σύγκρουση με τη βασική οικονομική θεωρία των διεθνών εμπορικών συναλλαγών: ότι κάθε χώρα εξάγει (και εισάγει) με βάση το συγκριτικό της πλεονέκτημα και ότι από παρόμοιες συναλλα γές κερδίζουν και τα δύο μέρη («win-win»). Η ιστορία επιβεβαιώνει τη θεωρία: η μείωση των δασμών ώθησε το διεθνές εμπόριο και έχει οδηγήσει σε διεθνή οικονομική ανάπτυξη και ευημερία, ιδιαίτερα δε στις αναπτυσσόμενες χώρες, ενώ έχει βγάλει πολλές χώρες από τη φτώχεια. Αντίθετα, στις περιόδους όπου έχουν κυριαρχήσει οι δασμοί, τα παγκόσμια οικονομικά μεγέθη είναι σαφώς χειρότερα. Και αυτό παρά τις σωστές κριτικές που έχουν γίνει σε μία υπερβολικά απλοϊκή ανάγνωση της λογικής του συγκριτικού πλεονεκτήματος: πράγματι, το διεθνές εμπόριο δεν έχει μόνο νικητές αλλά και ηττημένους, και συχνά το συγκριτικό πλεονέκτημα «χτίζεται» με τη βοήθεια κρατικών πολιτικών που σε πρώτη φάση περιορίζουν το ελεύθερο διεθνές εμπόριο.
Είναι ακόμα νωρίς για να μιλήσουμε για την αντικατάσταση του δολαρίου από το ευρώ. Αλλά ο κλονισμός της εμπιστοσύνης των διεθνών επενδυτών στο δολάριο δίνει την ίδια στιγμή μία μοναδική ευκαιρία στην Ευρώπη να ισχυροποιήσει τη θέση του ευρώ
Εάν συνεπώς η οικονομική θεωρία αλλά και η πρακτική είναι τόσο σαφείς, πώς εξηγείται η νέα πολιτική Τραμπ; Η εξήγηση βρίσκεται στον συνδυασμό ενός κλασικού προστατευτισμού με μία νέα αντίληψη στις ΗΠΑ για τη γεωπολιτική. Ο προστατευτισμός δεν είναι κάτι νέο για τις ΗΠΑ: η επιθετική εμπορική απέναντι στην Κίνα, για παράδειγμα, τυγχάνει διακομματικής συναίνεσης, απόρροια των απωλειών σε θέσεις εργασίας αλλά και σε κρίσιμες τεχνολογίες αιχμής από μια όλο και πιο ισχυρή Κίνα. Το νέο στοιχείο είναι η χρήση των δασμών με μια λογική στυγνής συναλλαγής, αν όχι αρπαγής. Από τη Γροιλανδία ως τη διώρυγα του Παναμά και τη συμφωνία για τα ορυκτά της Ουκρανίας, ο νέος Αμερικανός Πρόεδρος αντιλαμβάνεται τις διεθνείς συναλλαγές ως ένα παίγνιο win-lose. Εξυπακούεται ότι οι ΗΠΑ θεωρούν ότι δεν δεσμεύονται πλέον από τους κανόνες του διεθνούς εμπορίου όπως αυτοί έχουν κωδικοποιηθεί και παρακολουθούνται από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου. Από εγγυητές και βασικοί στυλοβάτες του συστήματος, πλέον το κατεδαφίζουν ευθέως.
Οι τρεις κινήσεις που πρέπει να κάνει η Ευρώπη
Ποια μπορεί να είναι η απάντηση της Ευρώπης σε αυτή τη νέα εμπορική πολιτική; Ακόμα και εάν το μπρος-πίσω του Αμερικανού Προέδρου σχετικά με το ύψος των δασμών δίνει ελπίδες για τη δυνατότητα εύρεσης ενός λογικού συμβιβασμού, είναι σαφές ότι έχουμε μπει σε μία νέα εποχή με νέους κανόνες. Με αυτά τα δεδομένα, η πολιτική της ΕΕ πρέπει αναγκαστικά να κινηθεί σε τρεις κατευθύνσεις. Πρώτον, διαπραγμάτευση για όσο το δυνατόν χαμηλότερους δασμούς με όπλο τη σημαντική δύναμη που της δίνει το μέγεθος της αγοράς της και χωρίς εκπτώσεις στο ευρωπαϊκό ρυθμιστικό πλαίσιο. Δεύτερον, διασφάλιση στρατηγικής αυτονομίας στον μέγιστο δυνατό βαθμό τόσο από τις ΗΠΑ όσο και από την Κίνα σε προϊόντα από δορυφόρους έως τεχνολογίες αιχμής. Και, τρίτον, διαφοροποίηση με τη σύναψη εμπορικών συμφωνιών με τις υπόλοιπες χώρες του κόσμου για την ανάπτυξη εμπορικών και ευρύτερα οικονομικών σχέσεων.
Η επιθετική και αλλοπρόσαλλη πολιτική εμπορικών δασμών του νέου Αμερικανού Προέδρου έχει όμως παρενέργειες που ξεπερνούν το διεθνές εμπόριο. Αυτό γιατί κάθε εμπορικό έλλειμμα δημιουργεί την ανάγκη για χρηματοπιστωτικές ροές στην αντίθετη κατεύθυνση. Συνεπώς η κρίση στο διεθνές εμπόριο είναι και κρίση στο δολάριο. Στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα, το αμερικανικό νόμισμα λειτουργεί ως άγκυρα και καταφύγιο, δίνοντας με τον τρόπο αυτόν στις ΗΠΑ τη δυνατότητα να διατηρούν υψηλά εσωτερικά και εξωτερικά ελλείμματα. Βρισκόμαστε σήμερα στο τέλος αυτής της εποχής, με ευθύνη της νέας αμερικανικής κυβέρνησης, με απρόβλεπτες συνέπειες σε σχέση με τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα στις ΗΠΑ αλλά και παγκόσμια.
Είναι ακόμα νωρίς για να μιλήσουμε για την αντικατάσταση του δολαρίου από το ευρώ. Αλλά ο κλονισμός της εμπιστοσύνης των διεθνών επενδυτών στο δολάριο δίνει την ίδια στιγμή μια μοναδική ευκαιρία στην Ευρώπη να ισχυροποιήσει τη θέση του ευρώ. Πώς μπορεί η ΕΕ να αξιοποιήσει αυτή την ευκαιρία; Εκδίδοντας κεντρικά χρέος για να χρηματοδοτήσει τις κοινές πολιτικές άμυνας αλλά και άλλα κοινά ευρωπαϊκά αγαθά. Ζήτηση υπάρχει: από το 2020, η ΕΕ έχει εκδώσει ομόλογα ύψους 600 δισ. ευρώ για το NextGenerationEU, σε εκδόσεις που έχουν υπερκαλυφθεί και με χαμηλότερες αποδόσεις από τα περισσότερα μέλη της ΕΕ. Με 200 δισ. ευρώ σε ομόλογα της ΕΕ να λήγουν τα επόμενα χρόνια, τώρα είναι η στιγμή για μια επιθετική πολιτική που να τοποθετεί την ΕΕ και το ευρώ στο επίκεντρο του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος.