Κλιματική Aλλαγή και οδικές μεταφορές

ΑΦΙΕΡΩΜΑ: Η οικονομική πολιτική στην εποχή της κλιματικής αλλαγής

Της ΕΥΘΥΜΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΟΠΟΥΛΟΥ,
Επίκουρης Καθηγήτριας Τμήματος Οικονομικής Επιστήμης του ΟΠΑ

Η Ελλάδα, ως χώρα Μεσογειακή με πολλά νησιά, είναι ιδιαίτερα ευάλωτη στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Οι στόχοι βιώσιμης ανάπτυξης και ο μετριασμός την κλιματικής αλλαγής απαιτούν τον σχεδιασμό και την αποτελεσματική υλοποίηση φιλόδοξων πολιτικών σε  πολλούς τομείς, συμπεριλαμβανομένου του τομέα των μεταφορών.

Οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου προέρχονται σε μεγάλο βαθμό από τους κλάδους της ενέργειας και των μεταφορών. O τομέας των μεταφορών και κυρίως οι οδικές μεταφορές είναι υπεύθυνες για τα πολύ υψηλά ποσοστά ατμοσφαιρικής ρύπανσης που παρατηρούνται στα αστικά κέντρα. Ταυτόχρονα, οι οδικές μεταφορές ευθύνονται για το μεγαλύτερο μέρος  (85%) των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που προέρχονται από τον κλάδο των μεταφορών. Σημαντική πρόκληση αποτελεί η κυριαρχία των οδικών μεταφορών στη χώρα, καθώς και ο γηραιός στόλος των οχημάτων της.

Οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου που προκαλούνται από τις οδικές μεταφορές παραμένουν σε υψηλά επίπεδα και απαιτείται άμεση παρέμβαση για τον περιορισμό τους. Οι νέες τεχνολογίες, όπως τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα και τα λεωφορεία μηδενικών ρύπων, αλλά και οι στοχευμένες πολιτικές, είναι κρίσιμες για το μετριασμό της κλιματικής αλλαγής. Για να είναι αποτελεσματικές, όμως, θα πρέπει να διασφαλίζεται ότι υπάρχουν οφέλη για όλους και είναι κοινωνικά δίκαιες.

Η επιβολή αυστηρότερων πολιτικών στα αστικά κέντρα μπορεί να θεωρηθεί πιο δίκαιη κοινωνικά, γιατί υπάρχουν συνήθως εναλλακτικοί τρόποι μεταφοράς και ανεπτυγμένο δίκτυο μαζικών μεταφορών

 

Η απανθρακοποίηση των οδικών μεταφορών απαιτεί την απόσυρση ρυπογόνων οχημάτων, την παροχή κινήτρων για την αντικατάστασή τους, και την εφαρμογή της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει». Η αρχή αυτή απαιτεί από τους ρυπαίνοντες να επιβαρύνονται με το περιβαλλοντικό και κοινωνικό κόστος των ενεργειών τους. Η βέλτιστη πολιτική, η οποία μπορεί να προσδιοριστεί με τη βοήθεια ενός απλού θεωρητικού υποδείγματος, ορίζει ότι οι οδηγοί πρέπει να πληρώνουν το πραγματικό (κοινωνικό) κόστος χρήσης των οχημάτων τους. Αυτό περιλαμβάνει όχι μόνο το ιδιωτικό κόστος χρήσης του οχήματος (αγορά οχήματος, ασφάλεια, κόστος καυσίμου κ.τ.λ.), αλλά και το κόστος των εξωτερικών επιδράσεων που ανακύπτουν, όπως η ρύπανση που προκαλείται από τη χρήση του οχήματος, η κυκλοφοριακή συμφόρηση, τα ενδεχόμενα ατυχήματα, ο χώρο στάθμευσης που χρειάζεται κ.ά.  

Τι γίνεται όμως σε ένα περιβάλλον πιο σύνθετο, με ποικίλες εξωτερικές επιδράσεις χωρικά και χρονικά; Παράδειγμα αποτελούν τα αστικά κέντρα όπου η χρήση ρυπογόνων οχημάτων επηρεάζει αρνητικά ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού της χώρας. Οι αρνητικές εξωτερικότητες γίνονται εύκολα αντιληπτές σε αυτό το πλαίσιο. Η απόφαση του εκάστοτε οδηγού να χρησιμοποιήσει ή όχι το όχημά του συνδέεται με έναν αριθμό εξωτερικών επιδράσεων που εξαρτώνται από το χώρο και τη χρονική στιγμή. Για παράδειγμα, η χρήση ενός οχήματος σε δρόμους με κυκλοφοριακή συμφόρηση αυξάνει την κατανάλωση καυσίμου κατά 90% στους αυτοκινητόδρομους και 175% στις αστικές περιοχές. Αποτέλεσμα αυτού είναι οι αυξημένες εκμπομπές διοξειδίου του άνθρακα, αλλά και πολλών ατμοσφαιρικών ρύπων. Η χρήση του ίδιου οχήματος σε ώρες εκτός αιχμής ή σε αραιοκατοικημένες περιοχές της υπαίθρου θα προκαλούσε μικρότερες εξωτερικές επιδράσεις. Αυτό δικαιολογεί τις πιο αυστηρές περιβαλλοντικές πολιτικές που επιβάλλονται στους οδηγούς των πόλεων σε πολλές Ευρωπαϊκές χώρες.

Οι οδικές μεταφορές σε αστικές περιοχές έχουν αποτελέσει αντικείμενο έρευνας πολλών μελετητών, καθώς συνδέονται με μια σειρά θεμάτων που βρίσκονται συχνά στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος, όπως η κλιματική αλλαγή, τα υψηλά επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης στις πόλεις, τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα, οι επενδύσεις στα μέσα μαζικής μεταφοράς, η αλλαγή νοοτροπίας των οδηγών και η απεξάρτησή τους από την καθημερινή χρήση των οχημάτων, καθώς και η τηλεργασία που μειώνει την ανάγκη καθημερινής μετακίνησης. Ταυτόχρονα σε πολλά αστικά κέντρα εντός και εκτός Ευρώπης επιβάλλονται όλο και πιο αυστηροί περιορισμοί στη χρήση (ρυπογόνων) οχημάτων, σε μια προσπάθεια δημιουργίας πιο βιώσιμων πόλεων. Τα μέτρα αυτά στοχεύουν στη μείωση του αριθμού οχημάτων και στη χρήση «καθαρών οχημάτων». Ορισμένα παραδείγματα είναι τα εξής:


Διόδια στο κέντρο της πόλης.

Σε αρκετές μεγάλες πόλεις (Λονδίνο, Στοκχόλμη, Μιλάνο, Γκέτεμποργκ, Όσλο) έχουν επιβληθεί διόδια για τα οχήματα που εισέρχονται στο κέντρο της πόλης, συνήθως σε ώρες και μέρες που υπάρχει κυκλοφοριακή συμφόρηση (π.χ. 6.30-18.00 τις καθημερινές). Σκοπός αυτής της πολιτικής είναι, εκτός από τη μείωση της κυκλοφοριακής συμφόρησης, η μείωση της περιβαλλοντικής ρύπανσης. Συχνά εξαιρούνται από την υποχρέωση καταβολής διοδίων τα «καθαρά οχήματα» (ηλεκτρικά ή/και υβριδικά).


Κυκλοφοριακές ζώνες χαμηλών εκπομπών.

Οι ζώνες αυτές καθορίζουν μια περιοχή στην οποία απαγορεύεται η χρήση ρυπογόνων οχημάτων. Παραλλαγή αυτής της πολιτικής αποτελούν οι ζώνες μηδενικών εκπομπών όπου επιτρέπονται μόνο τα ηλεκτρικά οχήματα και τα ποδήλατα. Η πολιτική αυτή έχει εφαρμοστεί σε πολλές Ευρωπαϊκές πόλεις, όπως πόλεις στη Γερμανία, Γαλλία, Ολλανδία, Βέλγιο, Δανία, Ισπανία και Σουηδία.  


Απαγόρευση οχημάτων στο κέντρο της πόλης.

Υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός πόλεων που έχει ήδη απαγορεύσει ή συζητάει την απαγόρευση όλων των οχημάτων στο (ιστορικό) κέντρο της πόλης. Υπάρχουν πολλές παραλλαγές του μέτρου, το οποίο μπορεί να εφαρμοστεί σε μια μικρότερη ή μεγαλύτερη περιοχή, ορισμένες ή όλες τις μέρες της εβδομάδας κ.τ.λ.


Κίνητρα για αγορά οχημάτων χαμηλών εκπομπών.

Αυτές οι πολιτικές συνήθως στοχεύουν στη γρηγορότερη αντικατάσταση των οχημάτων που κινούνται με ορυκτά καύσιμα με άλλα ηλεκτρικά ή υβριδικά. Τα κίνητρα αυτά περιλαμβάνουν φοροαπαλλαγές, επιδοτήσεις για αγορά νέων οχημάτων, χρηματικά κίνητρα απόσυρσης παλαιών οχημάτων (τα οποία σε ορισμένες περιπτώσεις συνοδεύονται με υποχρέωση αγοράς νέου οχήματος χαμηλών εκπομπών), δωρεάν πάρκινγκ στο κέντρο της πόλης και χρήση λεωφορειογραμμών για ηλεκτρικά οχήματα, ή ένας συνδυασμός υψηλής φορολόγησης στους αγοραστές ρυπογόνων οχημάτων και χρήση των εσόδων για να επιδοτηθούν οι αγορές ηλεκτρικών οχημάτων (feebate).


Πρότυπα εκπομπών.

Τα πρότυπα εκπομπών, που καθορίζονται σε επίπεδο ΕΕ, εξασφαλίζουν καθαρότερα οχήματα στους δρόμους και βελτίωση της ποιότητας του αέρα για την προστασία της υγείας των πολιτών και του περιβάλλοντος. Ουσιαστικά θέτουν όρια εκπομπών για όλα τα μηχανοκίνητα οχήματα και απαγορεύουν τη χρήση αυτών που τα ξεπερνούν.  


Πρότυπα οχημάτων.

Τα πρότυπα αυτά καθορίζουν το είδος των οχημάτων που επιτρέπεται να κυκλοφορούν ή να διατίθενται προς πώληση. Στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, για παράδειγμα, αποφασίστηκε ότι όλα τα νέα οχήματα που θα διατίθενται στην Ευρωπαϊκή αγορά από το 2035 και μετά θα έχουν μηδενικές εκπομπές CO2.

Για τη μείωση των εξωτερικών επιδράσεων που προέρχονται από τις οδικές μεταφορές απαιτείται συνδυασμός πολλαπλών μέτρων, με σκοπό και τη μείωση του αριθμού των οχημάτων και τη στροφή προς οχήματα χαμηλών ή μηδενικών ρύπων. Για να επιτευχθεί η μείωση του αριθμού των οχημάτων όμως απαιτείται η ανάπτυξη εναλλακτικών μέσων μετακίνησης.  Οι επενδύσεις στα μέσα μαζικής μεταφοράς των μεγάλων πόλεων είναι απαραίτητες. Η δημιουργία ενός ασφαλούς και εύχρηστου δικτύου ποδηλατοδρόμων είναι εξίσου σημαντική, δεδομένου του καλού κλίματος της Ελλάδας.

Ακόμα πιο σημαντική, όμως, είναι η αλλαγή νοοτροπίας. Λιγότερη χρήση ιδιωτικών οχημάτων, στροφή προς τα μέσα μαζικής μεταφοράς και ενεργητική κινητικότητα με αύξηση του περπατήματος και του ποδηλάτου είναι κάποιες από τις προτάσεις. Επιπλέον, η κοινόχρηστη κινητικότητα γίνεται όλο και πιο διαδεδομένη σε πολλές Ευρωπαϊκές πόλεις και περιλαμβάνει κοινόχρηστα οχήματα (car-sharing), καθώς και κοινόχρηστα ποδήλατα ή πατίνια.

Η επιβολή αυστηρότερων πολιτικών στα αστικά κέντρα μπορεί να θεωρηθεί πιο δίκαιη κοινωνικά, γιατί υπάρχουν συνήθως εναλλακτικοί τρόποι μεταφοράς και ανεπτυγμένο δίκτυο μαζικών μεταφορών. Ωστόσο, θα πρέπει να δοθεί προσοχή και να αναλυθούν οι ασύμμετρες επιπτώσεις αυτών των πολιτικών. Στα νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος το κόστος που σχετίζεται με τα παραπάνω μέτρα αντιπροσωπεύει μεγαλύτερο μερίδιο εισοδήματος και τα νοικοκυριά αυτά θα επηρεαστούν περισσότερο από τη μετάβαση σε μηδενικές εκπομπές. Τα έσοδα των περιβαλλοντικών πολιτικών πρέπει να χρησιμοποιηθούν για τη χρηματοδότηση πολιτικών που μειώνουν τις αρνητικές διανεμητικές επιπτώσεις (π.χ. μέσω στοχευμένης στήριξης ή επιπλέον επιδοτήσεων σε νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος). Η στοχευμένη ανακύκλωση εσόδων διαφόρων περιβαλλοντικών πολιτικών μπορεί στην πραγματικότητα να αντιστρέψει τις αναμενόμενες αρνητικές επιπτώσεις και να διευκολύνει την αποδοχή των προτεινόμενων μέτρων.

 

Επιστροφή στο ΤΕΥΧΟΣ 48ο – ΙΟΥΛΙΟΣ 2023