Φτώχεια - Θεωρητικές προσεγγίσεις και εμπειρικά αποτελέσματα

Για σχεδιασμό αποτελεσματικών πολιτικών καταπολέμησης της φτώχειας


Τα τελευταία χρόνια οι έννοιες «ανισότητα» και «φτώχεια» χρησιμοποιούνται με μεγάλη ένταση στον δημόσιο διάλογο τόσο στη χώρα μας όσο και διεθνώς. Όμως, πολύ συχνά διάφοροι ισχυρισμοί που διατυπώνονται βρίσκονται σε κραυγαλέα αντίθεση με τα ευρήματα εμπειρικών μελετών. Η «ανισότητα» είναι σχεδόν πάντα έννοια «σχετική», δηλαδή βασίζεται σε συγκρίσεις του βιοτικού επιπέδου μεταξύ όλων των μελών μιας κοινωνίας. Αντίθετα, η έννοια της «φτώχειας» μπορεί να είναι είτε «απόλυτη», δηλαδή να αντιστοιχεί σε περιπτώσεις όπου το βιοτικό επίπεδο ενός ατόμου δεν καλύπτει τις βασικές ανάγκες διαβίωσής του ανεξαρτήτως του χρόνου και του τόπου διαμονής του, είτε «σχετική», δηλαδή όταν δεν επιτυγχάνεται ένα επίπεδο διαβίωσης που θεωρείται ως το ελάχιστο κοινωνικά αποδεκτό σε κάποια δεδομένη χρονική στιγμή σε μία συγκεκριμένη κοινωνία.

Οι περισσότερες εμπειρικές μελέτες προσεγγίζουν την έννοια του «βιοτικού επιπέδου» με το διαθέσιμο εισόδημα ή, στην περίπτωση αναπτυσσομένων χωρών με εκτεταμένο αντιπραγματισμό, την κατανάλωση. Και οι δυο προσεγγίσεις έχουν πλεονε­κτήματα και μειονεκτήματα. Όμως, και στις δύο περιπτώσεις δεν συμπεριλαμβάνονται οι παροχές σε είδος που λαμβάνουν τα νοικοκυριά από το κράτος, παραγνωρίζοντας τη μεγάλη αναδιανεμητική επίδραση του κράτους πρόνοιας στις αναπτυγμένες χώρες. Επιπρόσθετα, στους ορισμούς αυτούς συχνά δεν συμπεριλαμβάνεται η αξία των τεκμαρτών εισοδημάτων, όπως τεκμαρτά ενοίκια ή κατανάλωση ιδίας παραγωγής (το τελευταίο έχει μεγάλη σημασία στις αναπτυσσόμενες χώρες και ειδικά για τα φτωχότερα μέλη του πληθυσμού), καθώς και κάποια αποτίμηση της σχόλης των νοικοκυριών. Οι παραλείψεις αυτές μπορούν να οδηγήσουν σε λανθασμένες συγκρίσεις, αλλά και σε επιλογή αναποτελεσματικών πολιτικών καταπολέμησης της φτώχειας.

34_08.2_chart.jpg

Γράφημα 1: Διαχρονική εξέλιξη ποσοστού πληθυσμού με εισόδημα χαμηλότερο από $1,90 την ημέρα, 1981-2014 (σε σταθερές τιμές 2011).

Ένα παράδειγμα μέτρησης της φτώχειας με χρήση της πρώτης προσέγγισης δίνεται στο Γράφημα 1, το οποίο δείχνει για την περίοδο 1981-2014 το ποσοστό του παγκόσμιου πληθυσμού με εισόδημα χαμηλότερο από $1,90 την ημέρα (σε όρους πραγματικής αγοραστικής δύναμης και τιμές 2011). Αντίθετα απ’ ό,τι αναφέρεται συχνά στον δημόσιο διάλογο, η «απόλυτη» φτώχεια σε παγκόσμιο επίπεδο μειώθηκε θεαματικά σε αυτό το διάστημα. Το ποσοστό του παγκόσμιου πληθυσμού κάτω από αυτό το όριο μειώθηκε από 42,3% το 1981 σε 10,6% το 2014.

34_09.1_chart.jpg

Γράφημα 2: Ποσοστά φτώχειας στα κράτη-μέλη της ΕΕ(γραμμή φτώχειας: 60% εθνικού διάμεσου εισοδήματος).

Ένα παράδειγμα της δεύτερης προσέγγισης δίνεται στο Γράφημα 2, που απεικονίζει το ποσοστό του πληθυσμού χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης με διαθέσιμο εισόδημα –δηλαδή το εισόδημα μετά από άμεσους φόρους, εισφορές κοινωνικής ασφάλισης και κοινωνικές μεταβιβάσεις σε χρήμα– χαμηλότερο του 60% του διάμεσου εισοδήματος της κάθε χώρας για το 2016. Αυτό το όριο εισοδήματος θεωρείται από τη Στατιστική Υπηρεσία της ΕΕ (Eurostat) ότι προσεγγίζει το επίπεδο που παρέχει τη δυνατότητα στα μέλη του πληθυσμού να συμμετέχουν σε δραστηριότητες που θεωρούνται κοινωνικά αναγκαίες. Οι διαφορές μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών είναι μεγάλες. Στα δύο άκρα, το ποσοστό φτώχειας με βάση αυτή την προσέγγιση είναι 9,7% στην Τσεχία και 25,3% στη Ρουμανία. Γενικά, τα ποσοστά φτώχειας είναι υψηλότερα στις χώρες της νότιας και ανατολικής Ευρώπης, απ’ ό,τι στις χώρες της κεντρικής, βόρειας και δυτικής Ευρώπης.

Οι παραπάνω εκτιμήσεις βασίζονται στο ποσοστό φτώχειας, δηλαδή το μερίδιο του πληθυσμού που βρίσκεται κάτω από τη γραμμή φτώχειας. Ο δείκτης αυτός είναι εξαιρετικά δημοφιλής και εύκολα διαισθητικά αντιληπτός από μη ειδικούς, αλλά έχει σοβαρά μειονεκτήματα. Δεν έχει καμία ευαισθησία στη μέση ένταση της φτώχειας (πόσο μακριά βρίσκονται οι φτωχοί από τη γραμμή φτώχειας) ούτε στην ανισοκατανομή του εισοδήματος μεταξύ των φτωχών και στην ύπαρξη εξαιρετικά χαμηλών εισοδημάτων. Αυτός είναι ο λόγος που οδήγησε πολλούς ερευνητές στην κατασκευή θεωρητικά συνεπών δεικτών φτώχειας. Ένας από τους ευρύτερα χρησιμοποιούμενους δείκτες είναι αυτός των Foster, Greer και Thorbecke (FGT2), ο οποίος έχει και μία άλλη χρήσιμη ιδιότητα για τον σχεδιασμό πολιτικής: είναι «αθροιστικά διαχωρίσιμος», δηλαδή επιτρέπει την επακριβή ποσοτικοποίηση της συμβολής κάθε πληθυσμιακής ομάδας στη διαμόρφωση της συνολικής φτώχειας.

34_09.2_chart.jpg

Γράφημα 3: Διαχρονική εξέλιξη δεικτών φτώχειας με «σταθερή» και «κυμαινόμενη» γραμμή φτώχειας, Ελλάδα. Πηγή: Andriopoulou E., Kanavitsa E., Tsakloglou P., 'Decomposing poverty in hard times: Greece 2007-2016", Revue d'oconomie du dovetoppement (υπό δημοσί

Ένα παράδειγμα του πόσο διαφορετικές εκτιμήσεις δίνουν οι δύο δείκτες εμφανίζεται στο Γράφημα 3, το οποίο απεικονίζει τη διαχρονική εξέλιξη της φτώχειας στην Ελλάδα κατά την περίοδο 2007-2016. Οι κόκκινες γραμμές αντιστοιχούν σε εκτιμήσεις με μεταβαλλόμενες («σχετικές») γραμμές φτώχειας, ενώ οι πράσινες σε εκτιμήσεις με τη γραμμή φτώχειας σταθερή σε πραγματικές τιμές του 2007. Οι συνεχόμενες γραμμές δείχνουν την εξέλιξη του ποσοστού φτώχειας, ενώ οι διακεκομμένες την εξέλιξη του FGT2. Η συνεχής κόκκινη γραμμή είναι αυτή που δημοσιεύει σε τακτά χρονικά διαστήματα η Eurostat και δείχνει πολύ μικρές μεταβολές του ποσοστού φτώχειας. Όμως, ακόμα και με «σχετικές» γραμμές φτώχειας, αν ληφθεί υπόψη ότι πολλά φτωχά νοικοκυριά την περίοδο της κρίσης είχαν σχεδόν μηδενικά εισοδήματα, ο FGT2 δείχνει ότι στην κορύφωση της κρίσης η τιμή του δείκτη σχεδόν διπλασιάστηκε σε σύγκριση με το έτος βάσης. Δεδομένης της σημαντικής μείωσης του βιοτικού επιπέδου του πληθυσμού την περίοδο της κρίσης, είναι αναμενόμενο ότι και οι δύο δείκτες καταγράφουν σημαντική αύξηση της φτώχειας όταν η γραμμή φτώχειας παραμένει διαχρονικά σταθερή. Όμως, η μεν εκτίμηση του ποσοστού φτώχειας στην κορύφωση της κρίσης αυξάνει κατά 143% σε σύγκριση με το έτος βάσης, η δε εκτίμηση του FGT2 κατά 322%. Οι διαφορές μόνο αμελητέες δεν είναι.

34_09.3_matrix.jpg

Πίνακας 1: Ποσοστιαία συμβολή στη διαμόρφωση της συνολικής φτώχειας ανά επαγγελματική κατηγορία αρχηγού νοικοκυριού, Ελλάδα 2016 Πηγή: Andriopoulou E., Kanavitsa E., Tsakloglou P., “Decomposing poverty in hard times: Greece 2007–2016”, Revue d’économie du

Τέλος, ο Πίνακας 1 δείχνει τη συμβολή στη διαμόρφωση της συνολικής φτώχειας ομάδων του πληθυσμού όταν αυτός ομαδοποιείται με βάση την επαγγελματική κατηγορία του αρχηγού ενός νοικοκυριού για το 2016, χρησιμοποιώντας τη «σχετική» γραμμή φτώχειας. Σε όλη τη διάρκεια της κρίσης από πολλές πλευρές προβαλλόταν το επιχείρημα ότι οι μεγάλοι χαμένοι της κρίσης ήταν οι συνταξιούχοι. Πράγματι, έγιναν σημαντικές περικοπές στις συντάξεις, αλλά αυτές ήταν χαμηλότερες από τη μέση μείωση του εισοδήματος του πληθυσμού. Ως αποτέλεσμα, η σχετική θέση των συνταξιούχων στην κατανομή εισοδήματος βελτιώθηκε σημαντικά. Επίσης, οι περισσότερες περικοπές κάθε άλλο παρά οριζόντιες ήταν. Οι μειώσεις στο πάνω μέρος της κατανομής των συντάξεων ήταν θεόρατες, ενώ οι χαμηλοσυνταξιούχοι γνώρισαν πολύ μικρότερες περικοπές. Συγκεκριμένα, ενώ η πληθυσμιακή μερίδα νοικοκυριών με αρχηγό συνταξιούχο ήταν 27,9%, η συμμετοχή τους στο σύνολο των φτωχών ήταν 12,8% και σύμφωνα με τον FGT2 η συμβολή τους στη διαμόρφωση της συνολικής φτώχειας ήταν μόλις 6,7%. Αντίθετα, τα νοικοκυριά με άνεργο αρχηγό αποτελούσαν το 11,1% του πληθυσμού, αλλά το 27,5% του συνόλου των φτωχών, ενώ η συμβολή τους στη συνολική φτώχεια σύμφωνα με τον FGT2 έφτανε το 40,5%! Προφανώς, αυτές οι διαφορές πρέπει να λαμβάνονται υπόψη για τον σχεδιασμό αποτελεσματικών πολιτικών καταπολέμησης της φτώχειας.